Γιατί η Τουρκική κυβέρνηση είναι τόσο επιθετική απέναντι στο καθεστώς Άσαντ; Ίσως ο Ταγίπ Ερντογάν ελπίζει πως οι βολές πυροβολικού θα βοηθήσουν στην εγκαθίδρυση μιας κυβέρνησης – δορυφόρου στη Δαμασκό. Ίσως περιμένει πως παραβιάζοντας τον εναέριο χώρο της Συρίας ή εξαναγκάζοντας ένα αεροπλάνο των Συριακών αερογραμμών που επιστρέφει από τη Ρωσία σε προσγείωση, θα κερδίσει την εύνοια της Δύσης και θα εμπλέξει το ΝΑΤΟ. Θεωρητικά, όλα αυτά αποτελούν αντιπερισπασμό από την επικείμενη οικονομική κρίση που οφείλεται στον υπερβολικό δανεισμό.
Ωστόσο, οι ενέργειες του Ερντογάν μας πηγαίνουν μισό αιώνα πίσω. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η Άγκυρα στάθηκε στο πλευρό της Ουάσιγκτον ως μέλος του ΝΑΤΟ, με τη Δαμασκό να μετατρέπεται από την Μόσχα, σε μια Κούβα της Μέσης Ανατολής –ένα αξιόπιστο κράτος δορυφόρος. Οι κακές σχέσεις Τουρκίας- Συρίας έχουν παρελθόν συμπεριλαμβανομένης μιας συνοριακής διαφοράς, ανταγωνισμό για τους υδάτινους πόρους και την Συριακή υποστήριξη προς το ΡΚΚ, μια κουρδική τρομοκρατική ομάδα. Το 1988 οι δύο χώρες έφτασαν στο χείλος του πολέμου αλλά η έγκαιρη συνθηκολόγηση της κυβέρνησης Άσαντ απέτρεψε την ένοπλη σύγκρουση.
Μια νέα εποχή ξεκίνησε τον Νοέμβριο του 2002, όταν το ΑΚΡ του Ερντογάν, ένα έξυπνο ισλαμικό κόμμα που κομπάζει για ένα παγκόσμιο χαλιφάτο, αντικατέστησε τα κεντροδεξιά και κεντροαριστερά κόμματα που κυριαρχούσαν για χρόνια στην Τουρκία. Η ικανή διακυβέρνηση σε συνδυασμό με μια άνευ προηγουμένου οικονομική ανάπτυξη, σχεδόν διπλασίασε τα ποσοστά του ΑΚΡ από το 2002. Ήταν η στιγμή που θα μπορούσε να εφαρμόσει τον αρχικό στόχο της ανατροπής του κοσμικού Κεμαλικού συστήματος, εφαρμόζοντας στην Τουρκία τον νόμο της Σαρία.
Εγκαταλείποντας την προστατευτική ομπρέλα της Ουάσιγκτον, ξεκίνησε μια ανεξάρτητη νέο-Οθωμανική πορεία θέλοντας να ξαναγίνει η περιφερειακή δύναμη που ήταν, αιώνες πριν. Όσον αφορά τη Συρία, αυτό σήμαινε τον τερματισμό των εχθροπραξιών και την έναρξη μιας περιόδου καλής γειτονίας και προσπάθειας επιρροής μέσω εμπορικών σχέσεων, κοινών στρατιωτικών ασκήσεων, ακόμα και κοινών διακοπών Ερντογάν – Άσαντ. Με μια συμβολική κίνηση το 2009, υπουργοί και των δυο χωρών σήκωσαν την μπάρα σε ένα σημείο ελέγχου των κοινών τους συνόρων.
Η ειρηνική αρχικά εξέγερση στη Συρία μετά από 40 χρόνια καταπίεσης από το καθεστώς Άσαντ, σύντομα μετατράπηκε σε ένοπλη αντιπαράθεση για την ανατροπή του τυράννου τους. Αυτό σηματοδότησε και την κατάρρευση της θερμής, φιλικής περιόδου μεταξύ των δυο χωρών. Αρχικά ο Ερντογάν απευθύνθηκε με εποικοδομητικές πολιτικές συμβουλές, οι οποίες απορρίφθηκαν μέσα σε ένα κύμα βίαιης καταστολής. Η απάντηση του Σουνίτη Ερντογάν ήταν η καταγγελία του Αλαουίτη Άσαντ και η άμεση υποστήριξη των Σουνιτών ανταρτών. Όταν η σύγκρουση ξέφυγε και μετατράπηκε σε έναν καθαρά εμφύλιο θρησκευτικό πόλεμο μεταξύ Σουνιτών και Αλαουιτών με 30.000 νεκρούς και δεκάδες χιλιάδες εκτοπισμένους, η Τουρκία έγινε η απαραίτητη βοήθεια και το καταφύγιο για τους αντάρτες.
Αυτό που αρχικά φαινόταν ως μεγάλη επιτυχία για τον Ερντογάν, έγινε το πρώτο μεγάλο του λάθος. Οι παράξενες θεωρίες συνωμοσίας που χρησιμοποίησε για να φυλακίσει και να εκτοπίσει την στρατιωτική ηγεσία, τον άφησε με έναν ελάχιστα αποτελεσματικό στρατό. Ανεπιθύμητοι πρόσφυγες από τη Συρία, γέμισαν τους καταυλισμούς και τις τουρκικές πόλεις πέρα από σύνορα. Η Τουρκική κοινή γνώμη δεν συμφωνεί με αυτή την τακτική έναντι της Συρίας, ενώ στις διαμαρτυρίες ηγούνται οι Αλεβίτες, μια θρησκευτική κοινότητα που αποτελεί το 15-20% του πληθυσμού της Τουρκίας, η οποία αν και διαφέρει από τους Αλαουίτες της Συρίας, μοιράζονται μια κοινή Σιιτική κληρονομιά.
Η απάντηση του Άσαντ ήταν η αναβίωση της υποστήριξης προς το ΡΚΚ δημιουργώντας σημαντικά προβλήματα στο εσωτερικό της Τουρκίας. Οι Κούρδοι, οι οποίοι έχασαν την ευκαιρία τους όταν διαμορφώθηκε η Μέση Ανατολή μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, ίσως τελικά να είναι οι μεγάλοι κερδισμένοι των εχθροπραξιών. Για πρώτη φορά, εμφανίζεται το περίγραμμα ενός κουρδικού κράτους με τμήματα από την Τουρκία, την Συρία, το Ιράκ, ακόμα και το Ιράν.
Η Δαμασκός εξακολουθεί να απολαμβάνει την ισχυρή προστασία της Μόσχας, η οποία εκφράζεται μέσω των εξοπλισμών και της χρήσης του βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Επιπλέον, ο Άσαντ έχει την αμέριστη υποστήριξη του Ιράν, παρά τα μεγάλα οικονομικά προβλήματα του καθεστώτος των μουλάδων. Αντίθετα, η Άγκυρα μπορεί να εξακολουθεί να ανήκει τυπικά στο ΝΑΤΟ και να απολαμβάνει –θεωρητικά- τα προνόμια του «Άρθρου 5», αλλά το ΝΑΤΟ δεν δείχνει καμία πρόθεση να παρέμβει στη Συρία.
Ο Ερντογάν με κεκτημένη ταχύτητα από την δεκαετή επιτυχία του, δελεάστηκε από την Συρία, όμως αυτό μπορεί να του κοστίσει ακριβά. Θα μπορούσε να μάθει από τα λάθη του και να κάνει πίσω, αλλά ο «Σουλτάνος» της Άγκυρας ρισκάρει υποστηρίζοντας την τζιχάντ κατά του καθεστώτος Άσαντ, ποντάροντας στην κατάρρευσή του, που θα σημάνει τη δική του σωτηρία.
Απαντώντας στο αρχικό μου ερώτημα: η πολεμοκάπηλη στάση της Τουρκίας οδηγείται από τη φιλοδοξία και τον εγωισμό ενός ανθρώπου. Τα Δυτικά κράτη θα πρέπει να μείνουν εντελώς μακριά και να τον αφήσουν να πέσει στο λάκκο που ο ίδιος σκάβει.